Βάρος | 900 kg |
---|---|
Διαστάσεις | 26 × 17 × 0.10 cm |
.
€11.90
Ο Όσιος Δαυίδ γεννήθηκε στη Γαρδενίτσα (τέως κτηματική περιφέρεια της κοινότητας Κυπαρισσίου) του Νομού Φθιώτιδας, πιθανότατα το τελευταίο τέταρτο του 15ου αιώνα (περί το 1490 συμπεραίνει ο Χ. Γ. Πετρινέλης, άλλοι συγγραφείς περί το 1485, ενώ ο Μητροπολίτης Γόρτυνας και Μεγαλουπόλεως, κ. Θεόφιλος Καναβός, περί το 1519) και έζησε περίπου ως το πρώτο μισό του 16ου αιώνα.
Διετέλεσε ηγούμενος της Ιεράς Μονής Παναγίας Βαρνάκοβας, το χρονικό διάστημα από το 1520 έως το 1532 [1], και κατόπιν μετέβη στη Βόρεια Εύβοια, στις Ροβιές του σημερινού Δήμου Ελυμνίων. Εκεί ίδρυσε μοναστήρι, το οποίο απέκτησε φήμη και, πλέον, φέρει το όνομά του. Υπήρξε ένας από τους φωτισμένους διδάσκαλους του Γένους, προσφέροντας πολλά στην παιδεία των υποδουλωμένων Ελλήνων, αλλά και Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, στον οποίο αποδίδεται πλήθος θαυμάτων.
Αναφέρεται ότι σε ηλικία τριών ετών είδε σε όραμα τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, ο οποίος τον παρότρυνε να τον ακολουθήσει.
Σε ηλικία δεκαπέντε ετών έφυγε από την πατρίδα του για να υπηρετήσει σε μοναστήρι στη Μαγνησία, μαζί με τον ιερομόναχο Ακάκιο, όπου παρέμεινε για πέντε χρόνια. Στη συνέχεια, οι Δαυίδ και Ακάκιος εγκατέλειψαν το συγκεκριμένο μοναστήρι για να μεταβούν στο μοναστήρι του Κομνηνείου, στην περιοχή της Όσσας, όπου ο Όσιος δέχτηκε το αξίωμα της διακονίας.
Όχι πολύ καιρό μετά, ο Ακάκιος και ο Όσιος επισκέφτηκαν το Άγιο Όρος, τη Λαύρα του Οσίου Αθανασίου του Αθωνίτου, προκειμένου να προσκυνήσουν τα ιερά κοινόβια. Κατόπιν, ο Όσιος Δαβίδ ακολούθησε τον Ακάκιο, ο οποίος είχε χειροτονηθεί Αρχιερέας της «Αγιοτάτης Μητροπόλεως Ναυπάκτου και Άρτης», στην επισκοπή του, όπου σύντομα τον χειροτόνησε Ιερέα και Λειτουργό των Αγίων του Θεού Μυστηρίων.
2 σε απόθεμα
Βάρος | 900 kg |
---|---|
Διαστάσεις | 26 × 17 × 0.10 cm |
Ο Όσιος Ξενοφών κατοικούσε στην Κωνσταντινούπολη κατά τους χρόνους των αυτοκρατόρων Ιουστίνου Α’ (518 - 527 μ.Χ.) και Ιουστινιανού (527 - 565 μ.Χ.). Ήταν πλούσιος συγκλητικός και διακρινόταν για την βαθιά ευσέβειά του προς τον Θεό. Είχε δύο παιδιά, τον Αρκάδιο και τον Ιωάννη. Μόλις αυτά τελείωσαν τα εγκύκλια γράμματα, τα έστειλε στη Βηρυτό της Φοινίκης, για να μελετήσουν και να σπουδάσουν τη νομική επιστήμη. Καθ’ οδόν το πλοίο με το οποίο ταξίδευαν ναυάγησε. Διασώθηκαν όμως και μετέβησαν στα Ιεροσόλυμα όπου έγιναν μοναχοί. Οι γονείς τους, Ξενοφών και Μαρία, τους αναζήτησαν και πληροφορήθηκαν ότι διάγουν στην έρημο ασκητικό βίο, δόξασαν τον Θεό και αποταξάμενοι τον κόσμο, ακολούθησαν και αυτοί το μοναχικό βίο. Ο Ξενοφών, η γυναίκα του και τα παιδιά τους πρόκοψαν τόσο πολύ στην αρετή και στη φιλανθρωπία, ώστε τους αξίωσε ο Θεός να επιτελούν και θαύματα. Έτσι η θεία αυτή οικογένεια έζησε θεοφιλώς και κοιμήθηκε με ειρήνη.
|
.