Βάρος | 900 kg |
---|---|
Διαστάσεις | 26 × 17 × 0.20 cm |
.
€12.00
Ο νεομάρτυρας Παναγιώτης ήταν από την Πελοπόννησο και μαρτύρησε στην Ιερουσαλήμ στις 5 Απριλίου 1820 μ.Χ.
Σύμφωνα με τη διήγηση του Άγγλου ιεραποστόλου Ιωσήφ Wolff, που γράφτηκε στις 2 Απριλίου 1839 μ.Χ., ένας νεαρός Έλληνας, που ονομαζόταν Παναγιώτης, υπηρετούσε κοντά σ’ έναν Τούρκο ευγενή, που ονομαζόταν Οσμάν Εφέντης. Όταν κάποτε ο Τούρκος αυτός πήγε στο Τέμενος του Ομάρ, που βρίσκεται στην Ιερουσαλήμ, τον ακολούθησε μέσα σ’ αυτό και ο Παναγιώτης. Οι φανατικοί Τούρκοι, θεώρησαν ότι ο Παναγιώτης με την είσοδο του μίανε το Τέμενος τους και τον κατηγόρησαν στον Πασά της Δαμασκού. Ο πασάς ζήτησε από τον νέο, προκειμένου να αποφύγει τον θάνατο, να δεχθεί τον Μουσουλμανισμό. Ο Παναγιώτης μόλις το άκουσε αυτό, με θάρρος φώναξε μπροστά στον άρχοντα: «Ο Χριστός είναι ο Υιός του Θεού του ζώντος, θανάτωσε με, δεν φοβάμαι. Χριστός ανέστη» μπροστά σε πλήθος μουσουλμάνων. Εκεί τότε τον αποκεφάλισαν.
Σύμφωνα πάντα με τις πληροφορίες του Άγγλου Ιεραποστόλου, που παρακολούθησε το μαρτύριο του Αγίου, το «Ἑλληνικὸν Μοναστήριον» της Ιερουσαλήμ αγόρασε από τους Τούρκους το λείψανο του νεομάρτυρα αντί 5.000 γροσιών και το έθαψε με τιμές.
Διαθέσιμο κατόπιν παραγγελίας
Βάρος | 900 kg |
---|---|
Διαστάσεις | 26 × 17 × 0.20 cm |
Ο Όσιος Ξενοφών κατοικούσε στην Κωνσταντινούπολη κατά τους χρόνους των αυτοκρατόρων Ιουστίνου Α’ (518 - 527 μ.Χ.) και Ιουστινιανού (527 - 565 μ.Χ.). Ήταν πλούσιος συγκλητικός και διακρινόταν για την βαθιά ευσέβειά του προς τον Θεό. Είχε δύο παιδιά, τον Αρκάδιο και τον Ιωάννη. Μόλις αυτά τελείωσαν τα εγκύκλια γράμματα, τα έστειλε στη Βηρυτό της Φοινίκης, για να μελετήσουν και να σπουδάσουν τη νομική επιστήμη. Καθ’ οδόν το πλοίο με το οποίο ταξίδευαν ναυάγησε. Διασώθηκαν όμως και μετέβησαν στα Ιεροσόλυμα όπου έγιναν μοναχοί. Οι γονείς τους, Ξενοφών και Μαρία, τους αναζήτησαν και πληροφορήθηκαν ότι διάγουν στην έρημο ασκητικό βίο, δόξασαν τον Θεό και αποταξάμενοι τον κόσμο, ακολούθησαν και αυτοί το μοναχικό βίο. Ο Ξενοφών, η γυναίκα του και τα παιδιά τους πρόκοψαν τόσο πολύ στην αρετή και στη φιλανθρωπία, ώστε τους αξίωσε ο Θεός να επιτελούν και θαύματα. Έτσι η θεία αυτή οικογένεια έζησε θεοφιλώς και κοιμήθηκε με ειρήνη.
|
Η Αγία Αριάδνη αν και δούλα, ήταν ανώτερη και λαμπρότερη από πολλές κυρίες, δούλες των κοσμικών ματαιοτήτων και των γήινων μολυσμών.
Η Αγία Αριάδνη έζησε στα χρόνια των βασιλέων Αδριανού και Αντωνίνου (117 - 139 μ.Χ.), και έγινε χριστιανή στη πόλη των Προμισέων (ή Πρυμνησού) στο θέμα της Φρυγίας Σαλουταρίας. Όταν το πληροφορήθηκε ο αφέντης της Τέρτυλος, ένας από τους ισχυρότερους πρόκριτους της πόλης, την πίεζε να επανέλθει στην ειδωλολατρία. Εκείνη όμως επέμενε στην χριστιανική ομολογία της, και στάθηκε αδύνατο να την πείσουν να θυσιάσει στα είδωλα, κατά την ήμερα μάλιστα που γιόρταζε τα γενέθλιά του ο γιος του κυρίου της. Τότε την έδειραν σκληρά και τη βασάνισαν για πολύ, αφού έγδαραν τις σάρκες της με σιδερένια νύχια.
Για να αποφύγει περισσότερες πιέσεις, εγκατέλειψε το σπίτι του κυρίου της. Και ενώ την καταδίωκαν, έπεσε σε γκρεμό όπου και βρήκε τον θάνατο. Άλλες Συναξαριστικές πηγές, αναφέρουν ότι η ίδια η μάρτυς, παρεκάλεσε τον Θεό να ανοίξει μία πέτρα και να την δεχθή στην ρωγμή της. Εκεί μέσα η Αριάδνη ευχαριστώντας τον Θεό παρέδωσε το πνεύμα της. Τους διώκτες της θανάτωσαν με δόρατα άγγελοι Κυρίου.
|
.