Άρθρο

16 Δεκεμβρίου – Εορτή Αγίας Αδελαϊδας

Η Αγία Αδελαϊδα γεννήθηκε το 931 και ήταν κόρη του Ροδόλφου Β’ της Βουργουνδίας και της Μπέρτα της Σουαβίας.

Σε ηλικία δύο ετών ο πατέρας της την υποσχέθηκε νύφη στο Λοθάριο της Προβηγκίας τον οποίο η Αδελαΐδα παντρεύτηκε σε ηλικία δεκαέξι ετών. Από το γάμο τους απέκτησαν μια κόρη την Έμμα αλλά ύστερα από τρία χρόνια ο Λοθάριος πεθαίνει. Ύποπτος για το θάνατο του Λοθάριου θεωρήθηκε ο Βερεγγάριος ο οποίος μάλιστα φυλάκισε την Αδελαΐδα σε ένα κάστρο. Για άγνωστο λόγο κατάφερε να ελευθερωθεί από τη φυλακή της και βρήκε καταφύγιο στον Όθωνα της Γερμανίας με τον οποίο σύναψε γάμο τα Χριστούγεννα του 951 στην Παβία της Ιταλίας.

Η Αδελαΐδα ήταν μόλις είκοσι ετών, παρά την ηλικία της όμως ήταν πολύ δυναμική και ευφυέστατη και ανέλαβε άμεσα δράση για τα ζητήματα του κράτους.

Φαίνεται ότι η Αδελαΐδα ήταν πολύ αγαπητή στον κόσμο. Ο γάμος της, από τον οποίο γεννήθηκαν πέντε παιδιά, διήρκησε είκοσι δύο χρόνια. Όταν ο Όθωνας Α’ πέθανε, η Αδελαΐδα έπρεπε να αντιμετωπίσει μια νέα ένταση και στο κράτος και στην οικογένεια της.

Δέκα χρόνια αργότερα πεθαίνει ξαφνικά ο Όθωνας. Έτσι η Αδελαΐδα επανήλθε αυτή τη φορά κρατώντας στα χέρια της εξουσία που παρόμοια δεν είχε αποκτήσει ποτέ μέχρι τότε.

Η εξηντάχρονη αυτοκράτειρα εξουσίασε την αυτοκρατορία με περισσή σοφία τρέφοντας πάντοτε μια μεγάλη επιθυμία για ειρήνη. Μερίμνησε για τους φτωχούς πολίτες και ανακαίνισε πολλά ανδρικά και γυναικεία μοναστήρια. Προς το τέλος της ζωής της αποτραβήχτηκε σε ένα μοναστήρι Βενεδικτίνων κοντά στο Στρασβούργο όπου πέθανε εν ειρήνη στις 16 Δεκεμβρίου του έτους 999.

Ανακηρύχθηκε Αγία από την Εκκλησία λόγω του σημαντικού έργου της για την εκκλησιαστική μεταρρύθμιση, τον εκχριστιανισμό των Σλάβων και την ανάπτυξη του θρησκευτικού πολιτισμού της Ευρώπης.